συνεκδοχικως

συνεκδοχικως
    συνεκδοχικῶς
    συν-εκδοχικῶς
    в форме синекдох
    

(τὰ πολλὰ αἰνίττεσθαι Diod.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "συνεκδοχικως" в других словарях:

  • συνεκδοχικῶς — συνεκδοχικός making use of adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεκδοχικός — ή, ό / συνεκδοχικός, ή, όν, ΝΑ [συνεκδοχή] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην συνεκδοχή 2. αυτός που λέγεται κατά συνεκδοχή. επίρρ... συνεκδοχικώς / συνεκδοχικῶς ΝΜΑ, και συνεκδοχικά Ν κατά συνεκδοχή μσν. μερικώς αρχ. (κατά τον Ησύχ.)… …   Dictionary of Greek

  • VELLUS — Aureum, cuius desideriô ardens Iason, illustre Thessaliae suae sidus, Colchidem, non sine periculo cum Argonautis ingressus est, illôque tandem, magnos post labores exantlatos, potitus, domum rediit, a variis varie exponitur. Georg. Hornius, Hist …   Hofmann J. Lexicon universale

  • σπόρτουλον — τὸ, Μ δώρο, εισφορά. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. sportula «καλάθι» και, συνεκδοχικώς, «τα δώρα που προσφέρονται σ αυτό»] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»